αλφάδιασμα

αλφάδιασμα
το проверка уровнем (ватерпасом, отвесом, угольником)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "αλφάδιασμα" в других словарях:

  • αλφάδιασμα — το η οριζοντίωση που πετυχαίνεται με το αλφάδι: Tο αλφάδιασμά του ήταν πάντα άψογο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αλφάδιασμα — το [αλφαδιάζω] ο καθορισμός μιας οριζόντιας θέσης μιας επιφάνειας με το αλφάδι …   Dictionary of Greek

  • αλφαδιάζω — 1. καθορίζω ή ελέγχω με το αλφάδι την οριζοντιότητα μιας επιφάνειας, οριζοντιώνω 2. φέρνω στην ίδια γραμμή, στην ίδια ευθεία, τα μέρη μιας ορισμένης επιφάνειας ή τις κορυφές και τις επιφάνειες διαφόρων αντικειμένων. [ΕΤΥΜΟΛ. < αλφάδι. ΠΑΡ.… …   Dictionary of Greek

  • στάθμιση — η 1. ζύγισμα. 2. αλφάδιασμα. 3. αναμέτρηση, υπολογισμός: Είναι δύσκολη η στάθμιση των συνεπειών αυτής της ενέργειας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • στάφνισμα — το αλφάδιασμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»